- ἀνεκδότου
- ἀνέκδοτοςnot given in marriagemasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ökonomīdis — Ökonomīdis, I. N., Professor an der Universität in Corfu, Alterthumsforscher; er schr.: Λοκρικῆς ἀνεκδότου ἐπιγραφῆς διαφώτισις, Corfu 1850; vgl. Rost, Alte Lokrische Inschrift von. Chaleion od. Öantheia, mit den Bemerkungen von Ö., Lpz. 1854 … Pierer's Universal-Lexikon
AUCUPIUM — venationis est genus, quod circa volatilia occupatur: estque vel vile vel nobile. Illud, cum aves illectae superfusis retibus includuntur, aut virgis vilcatis detinentur: quod proin, utpote sordidum et illiberalis otii negotium, Platonis legibus… … Hofmann J. Lexicon universale
φιλοσοφία — Ο όρος, που σημαίνει αγάπη της σοφίας, αναφέρεται για πρώτη φορά στον Πυθαγόρα. Πολλοί αρχαίοι συγγραφείς, και μεταξύ αυτών ο Κικέρων και ο Διογένης Λαέρτιος, αφηγούνται ότι ο Πυθαγόρας, διατρέχοντας την Ελλάδα, έφτασε στον Φλιούντα, όπου ο Λέων … Dictionary of Greek
Μακρυγιάννης — I (Γιάννης Τριαντάφυλλου ή Τριανταφυλλοδημήτρης, Αβορίτη Δωρίδας, Φωκίδα 1797 – Αθήνα 1864). Αγωνιστής του 1821, στρατηγός και πολιτικός. Ο συγγραφέας των απαράμιλλων για το ύφος τους Απομνημονευμάτων έλαβε το παρωνύμιο Μ., χάρη στο ψηλόλιγνο… … Dictionary of Greek
Νικοκάβουρας, Σπύρος — (Σφακερά, Κερκύρα 1882 – 1952). Λόγιος και ποιητής, από τους τελευταίους εκπροσώπους της κερκυραϊκής σχολής. Εκτός από μερικά σύντομα ταξίδια στην Αλεξάνδρεια και το Παρίσι, έζησε αποκλειστικά στην ιδιαίτερη πατρίδα του και στις Καρουσάδες, στο… … Dictionary of Greek